ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ Γ. ΔΑΛΑΚΟΥ - Ε. ΔΑΝΙΗΛΙΔΗ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ

ΛΕΩΦ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ 136, ΑΘΗΝΑ – Τ.Κ. 114 71

ΑΧΙΛΛΕΩΣ 26-28, ΒΡΙΛΗΣΣΙΑ - Τ.Κ. 152 35

Τηλ: 210 6447205, Κιν.: 6976730660 (Γ. Δαλάκος), 6944420476 (Ε. Δανιηλίδη), Fax: 210 6447226

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε., Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Αθήνα, 15-11-2019

Θέμα: Γνωμοδότηση για το δικαίωμα πρόσβασης των γονέων στις Αποφάσεις/Πρακτικά Συνεδρίασης του Συλλόγου Διδασκόντων και οι νόμιμοι περιορισμοί επ’ αυτού.

Με αφορμή πρόσφατα αιτήματα γονέων προς σχολικές μονάδες της Ανατολικής Αττικής για τη χορήγηση αντιγράφων Αποφάσεων/Πρακτικών Συνεδρίασης των Συλλόγων Διδασκόντων, θέτουμε υπόψιν σας τα εξής:

Σύμφωνα με το άρθρο 5 ΚΔΔιαδ προβλέπεται ότι: «1. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται όσα συντάσσονται από τις δημόσιες υπηρεσίες, όπως εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις. 2. Όποιος έχει ειδικό έννομο συμφέρον δικαιούται, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των ιδιωτικών εγγράφων που φυλάσσονται στις δημόσιες υπηρεσίες και είναι σχετικά με υπόθεσή του η οποία εκκρεμεί σε αυτές ή έχει διεκπεραιωθεί από αυτές. 3. Το κατά τις προηγούμενες παραγράφους δικαίωμα δεν υφίσταται στις περιπτώσεις που το έγγραφο αφορά την ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτου, ή αν παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις.»

Δυνάμει δε του άρθρου 9Α του Συντάγματος: « Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει.» Σε υλοποίηση της ανωτέρω συνταγματικής επιταγής ιδρύθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μία ανεξάρτητη δημόσια Αρχή, με έργο την εποπτεία της εφαρμογής των ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Περαιτέρω, βάσει του άρθρου 9 § 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ορίζεται ότι: «Απαγορεύεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς και η επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου, δεδομένων που αφορούν την υγεία ή δεδομένων που αφορούν τη σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου ή τον γενετήσιο προσανατολισμό».

Από το συνδυασμό των ανωτέρω λεπτομερώς αναφερόμενων νομοθετικών διατάξεων προκύπτει εν δυνάμει σύγκρουση μεταξύ του δικαιώματος κάθε ενδιαφερομένου για πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα και του δικαιώματος τρίτου για προστασία των προσωπικών του δεδομένων.

Κατ’ αρχάς, το δικαίωμα για απρόσκοπτη πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα μπορεί να ασκηθεί χωρίς κανέναν περιορισμό όταν το περιεχόμενο των εγγράφων αφορά αποκλειστικώς τον αιτούντα, ήτοι προσωπική υπόθεση του αιτούντος ή υπόθεση του ανηλίκου τέκνου του, του οποίου ασκεί τη γονική μέριμνα, με μοναδική προϋπόθεση να έχει υποβληθεί εγγράφως το σχετικό αίτημά του.

Σε περίπτωση, όμως, που στο έγγραφο περιλαμβάνονται πληροφορίες που αφορούν την ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτου ή πληροφορίες σχετικές με τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, τα γενετικά δεδομένα, τα βιομετρικά δεδομένα με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου, δεδομένα που αφορούν την υγεία (σωματική ή/και ψυχική) ή δεδομένα που αφορούν τη σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου ή τον γενετήσιο προσανατολισμό, υφίσταται κατ’ αρχήν περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα χάριν προστασίας του ιδιωτικού βίου. Ειδικότερα, το δικαίωμα γνώσης ενός διοικητικού εγγράφου δεν μπορεί να συγκριθεί με το αγαθό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που διατρέχει τον κίνδυνο να προσβληθεί με τη γνωστοποίηση σε τρίτους στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα.

Ως εκ τούτων, όταν οι γονείς αιτούνται να λάβουν γνώση ή αντίγραφα των Αποφάσεων/ Πρακτικών Συνεδρίασης του Συλλόγου Διδασκόντων του σχολείου, όπου φοιτά το τέκνο τους, δικαιούνται την πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα μόνο όταν το περιεχόμενό τους αφορά αποκλειστικώς υπόθεση του τέκνου τους και εφόσον πρωτίστως έχουν υποβάλει εγγράφως τη σχετική αίτηση, στην οποία θα πρέπει να καθορίζεται η ταυτότητα των αιτουμένων εγγράφων κατά τρόπο συγκεκριμένο.

Αντιθέτως, όταν οι γονείς αιτούνται να λάβουν γνώση ή αντίγραφα των Αποφάσεων/ Πρακτικών Συνεδρίασης του Συλλόγου Διδασκόντων του σχολείου όπου φοιτά το τέκνο τους, τα οποία, όμως, εμπεριέχουν πληροφορίες για τη σχολική ή προσωπική ζωή τρίτου μαθητή ή μαθητών ή πολύ περισσότερο δεδομένα που αφορούν, επί παραδείγματι, τη ψυχική ή σωματική υγεία τρίτου μαθητή ή μαθητών, κατ’ αρχήν απαγορεύεται να τους επιτραπεί η πρόσβαση σε αυτά, λόγω της θεσπισμένης προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε αυτά τα έγγραφα από την επεξεργασία τους (στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται και η διαβίβαση).

Εντούτοις, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να χορηγηθούν έγγραφα που εμπεριέχουν, μεταξύ άλλων, προσωπικά δεδομένα τρίτων προσώπων. Προτού, όμως, εκτεθεί η μοναδική πρακτικά πιθανή περίπτωση, κατά την οποία επιτρέπεται να διαβιβαστεί από τη σχολική μονάδα στους αιτούντες γονείς τέκνου έγγραφο εμπεριέχον προσωπικά δεδομένα τρίτου προσώπου, είναι χρήσιμο να εκτεθεί ο ορισμός των προσωπικών δεδομένων. Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συνιστά κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου. Ειδικότερες υποκατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία λόγω του ευαίσθητου περιεχομένου του έχει κριθεί από τον ευρωπαίο Νομοθέτη ότι χρήζουν μεγαλύτερης προστασίας και για την επεξεργασία των οποίων τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις, είναι τα ανωτέρω αναφερόμενα στο άρθρο 9 § 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 (δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετικά δεδομένα, βιομετρικά δεδομένα με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου, δεδομένα που αφορούν την υγεία ή δεδομένα που αφορούν τη σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου ή τον γενετήσιο προσανατολισμό).

Ως ερρήθη ανωτέρω, κατ’ αρχήν, οι αιτούντες γονείς τέκνου δεν δικαιούνται αντίγραφο εγγράφου όταν αυτά εμπεριέχουν προσωπικά δεδομένα τρίτου προσώπου (όπως κατά κανόνα συμβαίνει με τις Αποφάσεις/Πρακτικά Συνεδρίασης του Συλλόγου Διδασκόντων). Κατ’ εξαίρεση, όμως, δυνάμει του άρθρου 26 § 2 περ. γ΄ Ν. 4624/2019 επιτρέπεται δημόσιος φορέας και εν προκειμένω η σχολική μονάδα να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον αιτούντα ιδιώτη όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων και ο τρίτος (γονέας) δεσμεύεται έναντι του δημοσίου (σχολικής μονάδας) που του διαβίβασε τα δεδομένα ότι θα τα επεξεργαστεί μόνο για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν. Συνεπώς, η εν λόγω εξαίρεση συντρέχει εάν η χορήγηση του εγγράφου είναι αναγκαία για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων, δηλαδή στην περίπτωση που χωρίς το έγγραφο τούτο επέρχεται αναπόδραστα ματαίωση της δυνατότητας προβολής συγκεκριμένων νομικών αξιώσεων. Λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα της εν λόγω ρυθμίσεως θεσπίζεται και μια δεύτερη προϋπόθεση για τη χορήγηση αντιγράφου εγγράφου περιέχοντος προσωπικά δεδομένα τρίτου προσώπου, η οποία συνίσταται στη ρητή δέσμευση του λαμβάνοντος το αντίγραφο έναντι της σχολικής μονάδας ότι θα τα επεξεργαστεί μόνο για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν (τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη συγκεκριμένων νομικών αξιώσεων).

Εξ όλων των ανωτέρω καθίσταται αντιληπτό, ότι η διάγνωση στα πλαίσια της σχολικής μονάδας του ζητήματος περί του εάν συντρέχει ή όχι εξαιρετικός λόγος για τη χορήγηση αντιγράφων Αποφάσεων/Πρακτικών Συνεδρίασης των Συλλόγων Διδασκόντων όταν αυτά εμπεριέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, όπως κατά κανόνα συμβαίνει στα έγγραφα αυτά, συνιστά ομολογουμένως σύνθετο και δυσχερές νομικό ζήτημα. Τούτο, σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες βαρύτατες ποινικές και διοικητικές κυρώσεις για την περίπτωση παραβίασης της υφιστάμενης νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των προσωπικών τους δεδομένων, καθιστά αναγκαίο να εξετάζονται από την εκάστοτε σχολική μονάδα τα προς αυτήν αιτήματα για τη διαβίβαση αντιγράφων των εν λόγω εγγράφων με τρόπο ιδιαιτέρως φειδωλό. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 38 § 2 Ν. 4624/2019, όποιος κοινολογεί με διαβίβαση ή διαθέτει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών, τιμωρείται με φυλάκιση. Εάν δε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εμπίπτουν στις κατηγορίες του άρθρου 9 § 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, η επιβαλλόμενη ποινή δε μπορεί να είναι κατώτερη από ένα έτος, ενώ προβλέπεται και χρηματική ποινή σε βάρος του υπαιτίου έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Εξάλλου, από την παραβίαση των εν λόγω διατάξεων είναι δυνατό να επιβληθούν και διοικητικές κυρώσεις από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε βάρος του εκάστοτε φορέα και εν προκειμένω σε βάρος του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Συγκεκριμένα το προβλεπόμενο διοικητικό πρόστιμο, δυνάμει του άρθρου 39 § 1 περ. γ΄, μπορεί να ανέλθει έως τα δέκα εκατομμύρια (10.000.000) ευρώ.

Για τους προρρηθέντες λόγους, συνιστάται προς όλες τους Διευθυντές των σχολικών μονάδων, σε περίπτωση υποβολής προς αυτούς αιτήματος για τη χορήγηση αντιγράφων Αποφάσεων/Πρακτικών Συνεδρίασης του Συλλόγου Διδασκόντων, να παραπέμπουν τους αιτούντες στις κατά τόπους εισαγγελικές Αρχές για τη λήψη σχετικής εισαγγελικής παραγγελίας. Τούτο διότι αφενός, ο αρμόδιος Εισαγγελέας που θα κρίνει επί του αιτήματος αναμφισβήτητα κατέχει εκ της ιδιότητάς του το νομικό οπλοστάσιο για να αξιολογήσει επαρκώς το σύννομο ή μη του αιτήματος χορήγησης αντιγράφων. Αφετέρου δε, κατά την κρατούσα άποψη, η αιτιολογημένη εισαγγελική παραγγελία με τη ρητή διάταξη για τη χορήγηση αντιγράφων φέρει το χαρακτήρα δικαστικής πράξης-διάταξης και ως εκ τούτου η Υπηρεσία οφείλει να χορηγήσει τα αντίγραφα, έστω και εάν στα τελευταία περιλαμβάνονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, σε περίπτωση δε τυχόν άρνησης είναι ενδεχόμενο να αναζητηθούν ποινικές ευθύνες για απείθεια (αρθρ. 169 ΠΚ) ή παράβαση καθήκοντος (άρθρ. 259 ΠΚ) (Γνωµοδότηση 1/2005 Εισ.ΑΠ). Συνεπώς, εάν ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας χορηγήσει τα σχετικά αντίγραφα κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, αποφεύγει τον σκόπελο να κριθεί υπαίτιος παραβίασης της ισχύουσας νομοθεσίας περί προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αφού πλέον το αίτημα θα έχει κριθεί από τον αρμόδιο Εισαγγελέα, στην παραγγελία του οποίου έχει εκ του Νόμου υποχρέωσης συμμόρφωσης. Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, όμως, ο γονέας οφείλει κατά την παραλαβή των αντιγράφων να δεσμεύεται εγγράφως έναντι της σχολικής μονάδας ότι θα επεξεργαστεί τα εμπεριεχόμενα προσωπικά δεδομένα τρίτων προσώπων μόνο για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν.

Εν κατακλείδι, οι αποφάσεις του Συλλόγου Διδασκόντων για παραπομπή συγκεκριμένου μαθητή σε Κ.Ε.Σ.Υ., για φοίτηση μαθητή σε τμήμα ένταξης, για αλλαγή τμήματος και γενικά περιέχουσες παν έτερο προσωποπαγές περιεχόμενο που αφορά άλλο από τον αιτούντα τη χορήγηση αντιγράφου ή το τέκνο του πρόσωπο, κατ’ αρχήν δεν εμπίπτουν στο εξαιρετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από το γενικό κανόνα, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιώτες και ως εκ τούτου δεν είναι προσβάσιμες από τρίτους. Πλην του ιδίου αυτού προσώπου που αφορούν και ασφαλώς, εφόσον πρόκειται για ανήλικο πλην του κηδεμόνα του, ουδείς έτερος δικαιούται και δύναται να λάβει γνώση των εν λόγω αποφάσεων.

Οι γνωμοδοτούντες Δικηγόροι

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΑΛΑΚΟΣ

Μεταπτυχιακός Διπλωματούχος Αστικού Δικαίου Νομικής Σχολής Αθηνών

   
   

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΔΑΝΙΗΛΙΔΗ

Μεταπτυχιακή Διπλωματούχος Ευρωπαϊκού Δικαίου Νομικής Σχολής Αθηνών